Από τα αρχαία ακόμη χρόνια, φαίνεται πως οι άνθρωποι επιθυμούσαν να επικοινωνούν με τα πνεύματα των νεκρών, καθώς θεωρούσαν πως οι ψυχές γνώριζαν τα μελλούμενα. Στην αρχαιότητα, λοιπόν, και συγκεκριμένα κατά την ρωμαϊκή περίοδο, η νεκυομαντεία (από το νέκυς που σημαίνει νεκρός) η επικοινωνία, δηλαδή των ζωντανών με τους νεκρούς προγόνους τους ή μη, γνώρισε μεγάλη άνθηση. Οι νεκυομάντεις ή ψυχαγωγοί ακολουθούσαν συγκεκριμένη τελετουργία, πάντα με τη χρήση μαγείας, με την οποία καλούσαν την ψυχή του νεκρού από τον Άδη και στη συνέχεια την συμβουλεύονταν για την πορεία και τις επιλογές που θα έπρεπε να ακολουθήσουν. Τέτοιο παράδειγμα μας δίνει ο Όμηρος στην Οδύσσεια, όταν ο Οδυσσέας επισκέφθηκε την μάγισσα Κίρκη και εκείνη με τη σειρά της τον συμβούλεψε να κατέβει στον Άδη να βρει την ψυχή του μάντη Τειρεσία και να τον ρωτήσει για το μέλλον του.
Όταν οι κοινωνίες από ειδωλολατρικές εξελίχθηκαν σε χριστιανικές, η νεκυομαντεία θεωρήθηκε μέθοδος αντιχριστιανική και βλάσφημη, γιατί οδηγούσε στη σπίλωση της ψυχής των νεκρών. Κι αυτό γιατί η χριστιανική πίστη πρεσβεύει ότι η ψυχή, αμέσως μετά τον θάνατο, εγκαταλείπει το σώμα (εν μορφή αέρος, πνεύματος ή σκιάς) και ελευθερωμένη πλέον από τις υλικές ανάγκες, αφοσιώνεται σε κάτι ανώτερο. Συνεπώς, με την πάροδο του χρόνου, η χρήση της νεκυομαντείας ξεχάστηκε και πήραν τη θέση της ο πνευματισμός και η παραψυχολογία.
Αυτές οι δύο έννοιες ασχολούνται με το ίδιο αντικείμενο, με τη μόνη διαφορά ότι ο πνευματισμός ασχολείται με κόσμους μη ορατούς σε εμάς, όπου οι κάτοικοί τους προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τους κατοίκους του "ζωντανού” κόσμου. Η παραψυχολογία πάλι υποστηρίζει ότι όλα τα μεταφυσικά φαινόμενα προέρχονται από την επίδραση της ψυχής των ανθρώπων του “ζωντανού” κόσμου. Ο πνευματισμός, λοιπόν, μελετά την ύπαρξη πνευματικών όντων, προερχόμενα από παραφυσικά φαινόμενα που χρησιμοποιούν οι ενδιάμεσοι (τα μέντιουμ), τα οποία μελετά η μεταψυχική.